Π Ρ Ο Σ Ω Π Α
ΑΛΟΝΖΟΣ, βασιλέας της Νεάπολις
ΣΕΒΑΣΤΙΑΝΟΣ, αδελφός του.
ΠΡΟΣΠΕΡΟΣ, ο νόμιμος δούκας του Μιλάνου.
ΑΝΤΩΝΙΟΣ, αδελφός του, ο άνομος δούκας του Μιλάνου.
ΦΕΡΔΙΝΑΝΔΟΣ, υιός του βασιλέα της Νεάπολις.
ΓΟΝΖΑΛΟΣ, τίμιος γέροντας, σύμβουλος του βασιλέα της Νεάπολις.
ΑΔΡΙΑΝΟΣ, )
) Ευγενείς
ΦΡΑΓΚΙΣΚΟΣ,)
ΚΑΛΙΜΠΑΝ, άγριος και κακόμορφος δούλος.
ΤΡΙΝΚΟΥΛΟΣ, ξεφαντωτής.
ΣΤΕΦΑΝΟΣ, μέθυσος κελλάρης.
Καραβοκύρης, πλωτάρης και ναύταις.
ΜΙΡΑΝΤΑ, θυγατέρα του Προσπέρου.
ΑΡΙΕΛ, αέριο Πνεύμα.
Η ΔΗΜΗΤΡΑ. )
Η ΗΡΑ. )Πνεύματα
ΝΥΜΦΑΙΣ. )
ΘΕΡΙΣΤΑΔΕΣ.)
Άλλα Πνεύματα, που υπηρετούν τον ΠΡΟΣΠΕΡΟ.
ΣΚΗΝΗ. – Κατ' αρχάς ένα καράβι στη θάλασσα· έπειτα ένα έρημο νησί.
Καράβι' ς την θάλασσα· θαλασσοζάλη με βροντές και μ' αστραπές
(Μπαίνουν ο ΚΑΡΑΒΟΚΥΡΗΣ και έπειτα ο ΠΛΩΡΗΤΗΣ}.
ΚΑΡΑΒ. Πλωρήτη, —
ΠΛΩΡ. Εδώ, αφέντη – πώς ακούς την καρδιά σου;
ΚΑΡΑΒ. Καλά· φώναζε τους ναύταις· βάλε όλα σου τα δυνατά, ειδεμή θα τσακισθούμε. (Βγαίνει).
(Μπαίνουν Ναύταις).
ΠΛΩΡ. Ελάτε, φίλοι μου· σαν παλληκάρια, παιδιά μου· με καρδιά, με καρδιά· μαζώξτε το τρίτο πανί· το νου σας στη σφυρίχτρα του καραβοκύρη. – Φύσα, ξεθύμανε όλο σου τον αγέρα, αν σε χωράη ο τόπος!
(Μπαίνουν ο ΑΛΟΝΤΖΟΣ, ο ΣΕΒΑΣΤΙΑΝΟΣ, ο ΑΝΤΩΝΙΟΣ, ο ΦΕΡΔΙΝΑΝΔΟΣ, ο ΓΟΝΖΑΛΟΣ και άλλοι).
ΑΛΟΝΖ. Καλέ Πλωρήτη, φρόντιζε· πού είναι ο καραβοκύρης; κάμετε ωσάν άνδρες.
ΠΛΩΡ. Γεια, στη ζωή σας, κοπιάστε κάτω.